Αποδείξεις και έμμεσες τεχνικές ελέγχου: Πως συνδυάζονται;
Σε συνεργασία με τον Φοροτεχνικό Ηλία Χατζηγεωργίου
Από τις αρχές του 2020 όλοι γνωρίζουμε πολύ καλά ότι άλλαξε το όριο των αποδείξεων που θα πρέπει να συλλεχθούν με πληρωμή μέσω τραπεζικών συστημάτων, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος και να μην πληρωθεί ο επιπλέον φόρος του 22%.
Το όριο λοιπόν αυξήθηκε στο 30% του πραγματικού εισοδήματος του φορολογούμενου, ενώ παράλληλα αυξήθηκε ο αριθμός των εμπλεκόμενων στο μέτρο, αφού στους μισθωτούς προστέθηκαν κι όσοι έχουν εισοδήματα από ενοίκια, αλλά και οι ατομικές επιχειρήσεις.
Αυτονόητο λοιπόν είναι ότι συνολικά το ζητούμενο νούμερο αυξάνεται συγκριτικά με πέρυσι, δεδομένου ότι αυξάνεται και το ποσοστό, αλλά και ο αριθμός των φορολογουμένων που αφορά η διαδικασία. Έχοντας ως βάση λοιπόν αυτά τα δύο δεδομένα, υψηλότερο ποσοστό και υψηλότερο αριθμό φορολογουμένων, καταλαβαίνουμε ότι το τελικό ποσό των συναλλαγών που θα πρέπει να γίνει τραπεζικά το 2020 θα είναι τουλάχιστον διπλάσιο σε σχέση με αυτό που ίσχυε το 2019.
Μάλιστα ακούγεται, χωρίς να προκύπτει από κάποια εγκύκλιο, ότι ο κωδικός 049 θα είναι προ-συμπληρωμένος από τα τραπεζικά δεδομένα, χωρίς ο φορολογούμενος να έχει δικαίωμα να αλλάξει το ποσό. Η άποψή μας επί του θέματος της προ-συμπλήρωσης είναι ότι δύσκολα θα μπορέσει να λειτουργήσει, διότι μια σειρά τραπεζικών συναλλαγών δεν είναι εύκολο να βρεθεί με αυτόματα στοιχεία, πόσο μάλλον όταν υπάρχουν κοινοί τραπεζικοί λογαριασμοί
Ο κόσμος βλέποντας το υψηλότερο ποσοστό, αρχίζει να έχει τις ανησυχίες του, φοβούμενος τη μη επίτευξη του στόχου, με αποτέλεσμα την αύξηση της φορολογικής του επιβάρυνσης.
Άραγε όμως ο στόχος της πολιτείας είναι αυτός; Δηλαδή να εισπράξει φόρους από τη μη επίτευξη του στόχου του 30%;
Για την απάντηση θα πρέπει να συνδυάσουμε μια σειρά δεδομένων που έχουν μπει ή θα μπουν σύντομα στη ζωή μας, όπως τα ηλεκτρονικά βιβλία και τιμολόγια, τη σύνδεση των ταμειακών μηχανών με την ΑΑΔΕ, την υποχρέωση χρήσης τραπεζικού μέσου πληρωμής για παραστατικά άνω των 500 ευρώ, την αναγκαστική πληρωμή της μισθοδοσίας και των ενοικίων τραπεζικά, την αναγκαστική χρήση συστημάτων POS από ορισμένα επαγγέλματα κι άλλες τέτοιες παρόμοιες διατάξεις που έχουν να κάνουν με την αναγκαστική, κατά κύριο λόγο, «στροφή» των φορολογουμένων στη χρήση των τραπεζών.
Βάζοντας λοιπόν όλα τα ανωτέρω στην εξίσωση, καταλαβαίνουμε ότι προφανώς ο στόχος δεν είναι το 22%, αλλά αυτό κατά κάποιο τρόπο αποτελεί ένα ακόμη «τυράκι» της φορολογικής αρχής προς τους φορολογούμενους, οι οποίοι έχουν βάλει τις τραπεζικές συναλλαγές στις καθημερινές τους συνήθειες.
Που οδηγεί όμως το συγκεκριμένο «τυράκι» τους φορολογούμενους;
Για να διαπιστώσουμε ενδεχομένως που οδηγεί, αρκεί να ανατρέξουμε στο άρθρο 28 του Ν. 4172/2013, του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος δηλαδή.
Ας δούμε μερικά αποσπάσματα του άρθρου αυτού :
«...2. Το εισόδημα φυσικών προσώπων, ανεξαρτήτως αν προέρχεται από άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, μπορεί επίσης να προσδιορίζεται με βάση κάθε διαθέσιμο στοιχείο ή έμμεσες μεθόδους ελέγχου σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, όταν το ποσό του δηλούμενου εισοδήματος δεν επαρκεί για την κάλυψη των προσωπικών δαπανών διαβίωσης ή σε περίπτωση που υπάρχει προσαύξηση περιουσίας η οποία δεν καλύπτεται από το δηλούμενο εισόδημα....»
Επιπλέον, λίγες μέρες πριν, εκδόθηκε η Εγκύκλιος Ε.2015/2020, η οποία επεξηγεί τις διατάξεις του άρθρου 28 του Ν. 4172/2013 κι εκτός των άλλων αναφέρει τα εξής :
«...Υπενθυμίζεται ότι για φορολογικά έτη που ξεκινούν από την 01.01.2014, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν. 4172/2013 και του άρθρου 39 του ν. 4174/2013, κάθε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή ή αιτία θεωρείται κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα, εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει την πραγματική πηγή αυτής, καθώς επίσης και ότι αυτή είτε έχει υπαχθεί σε νόμιμη φορολογία είτε απαλλάσσεται από το φόρο σύμφωνα με ειδικές διατάξεις....»
Στο τέλος αναφέρει ότι:
«...περαιτέρω, επισημαίνονται τα εξής:
Α. Οι διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 4172/2013 εφαρμόζονται για τον προσδιορισμό του εισοδήματος για έτη που ξεκινούν από την 01.01.2014 και εντεύθεν.
Β. Η εφαρμογή κάθε διαθέσιμου στοιχείου ή των μεθόδων έμμεσου προσδιορισμού φορολογητέας ύλης εφαρμόζεται σε οποιοδήποτε στάδιο του ελέγχου διαπιστωθεί η πλήρωση των προϋποθέσεων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 28 του Ν. 4172/2013.
Γ. Στοιχεία που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση ή μπορούν να αντληθούν από τρίτες πηγές για τον φορολογούμενο δύναται να χρησιμοποιηθούν συνδυαστικά με στοιχεία από ομοειδείς επιχειρηματικές ή επαγγελματικές δραστηριότητες, εφόσον το φορολογητέο εισόδημα προσδιορίζεται με τη χρήση κάθε διαθέσιμου στοιχείου ή με τις έμμεσες μεθόδους προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης....»
Μελετώντας τα ανωτέρω, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου αφορούν ξεκάθαρα όλους τους φορολογούμενους, ανεξαρτήτως από το εάν αυτοί ασκούν ή όχι επαγγελματική δραστηριότητα.
Το θέμα των έμμεσων τεχνικών ελέγχου το είχαμε αναλύσει εκτενώς σε δύο παλαιότερα άρθρα μας «Έμμεσες τεχνικές ελέγχου: Κάτι νέο έρχεται... (μέρος α' και μέρος β')», και μπορείτε κάλλιστα να ανατρέξετε σε αυτά για να διαβάσετε ποιες είναι και πως λειτουργούν.
Δεδομένου ότι οι χρήσεις από το 2013 και πριν, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, θεωρείται ότι έχουν παραγραφεί, καταλαβαίνουμε ότι οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου θα γίνουν από εδώ και πέρα πραγματικότητα, έστω κι εάν ακόμη βρίσκονται σε στάδιο επώασης.
Οι φορολογούμενοι από τη μεριά τους, εκτός της κλασικής, αρχικής ερώτησης «τι κάνουμε με τις αποδείξεις;» προχωρούν και στην επόμενη:
«Αν ξοδέψω παραπάνω από το ζητούμενο, θα κερδίσω κάτι;»
Με βάση όλα τα παραπάνω η απάντηση που λαμβάνουν είναι προφανής:
Κέρδος ενδεχομένως θα έχουν, αλλά δεν θα είναι κάποια φοροαπαλλαγή ή περαιτέρω έκπτωση. Αντί αυτού, θα διευρύνουν τις γνωριμίες τους, γνωρίζοντας τον αρμόδιο ελεγκτή της εφορίας για να παίξουν τις έμμεσες τεχνικές ελέγχου!
Καλό ΣΚ σε όλους!